Добавить в мой словарь
πληρώνομαι
получа́ть зарпла́ту
Переводы пользователей
Пока нет переводов этого текста.
Будьте первым, кто переведёт его!
Формы слова
πληρώνω
ρήμα
Ενεστώτας | |
---|---|
πληρώνω | πληρώνομε, πληρώνουμε |
πληρώνεις | πληρώνετε |
πληρώνει | πληρώνουν, πληρώνουνε |
Παρατατικός | |
---|---|
πλήρωνα | πληρώναμε |
πλήρωνες | πληρώνατε |
πλήρωνε | πληρώνανε, πλήρωναν |
Αόριστος | |
---|---|
πλήρωσα | πληρώσαμε |
πλήρωσες | πληρώσατε |
πλήρωσε | πληρώσανε, πλήρωσαν |
Εξακολουθητικός μέλλοντας | |
---|---|
θα πληρώνω | θα πληρώνομε, πληρώνουμε |
θα πληρώνεις | θα πληρώνετε |
θα πληρώνει | θα πληρώνουν, πληρώνουνε |
Στιγμιαίος μέλλοντας | |
---|---|
θα - | θα - |
θα - | θα - |
θα - | θα - |
Παρακείμενος | |
---|---|
έχω πληρώσει | έχω - |
Υπερσυντέλικος μέλλοντας | |
---|---|
θα έχω πληρώσει | θα έχω - |
Ενεστώτας | |
---|---|
να πληρώνω | να πληρώνομε, πληρώνουμε |
να πληρώνεις | να πληρώνετε |
να πληρώνει | να πληρώνουν, πληρώνουνε |
Αόριστος | |
---|---|
να - | να - |
να - | να - |
να - | να - |
Παρακείμενος | |
---|---|
να έχω πληρώσει | να έχω - |
Ενεστώτας | |
---|---|
πλήρωνε | πληρώνετε |
Αόριστος | |
---|---|
πλήρωσε | πληρώστε |
πληρώνοντας |
Παρακείμενος | |
---|---|
έχοντας πληρώσει | έχοντας - |
Ενεστώτας | |
---|---|
πληρώνομαι | πληρωνόμαστε |
πληρώνεσαι | πληρωνόσαστε, πληρώνεστε |
πληρώνεται | πληρώνονται |
Παρατατικός | |
---|---|
πληρωνόμουν, πληρωνόμουνα | πληρωνόμασταν |
πληρωνόσουν, πληρωνόσουνα | πληρωνόσασταν, πληρωνόσαστε |
πληρωνόταν, πληρωνότανε | πληρωνόντανε, πληρωνόντουσαν, πληρώνονταν |
Αόριστος | |
---|---|
πληρώθηκα | πληρωθήκαμε |
πληρώθηκες | πληρωθήκατε |
πληρώθηκε | πληρωθήκαν, πληρωθήκανε, πληρώθηκαν |
Εξακολουθητικός μέλλοντας | |
---|---|
θα πληρώνομαι | θα πληρωνόμαστε |
θα πληρώνεσαι | θα πληρωνόσαστε, πληρώνεστε |
θα πληρώνεται | θα πληρώνονται |
Στιγμιαίος μέλλοντας | |
---|---|
θα πληρωθώ | θα πληρωθούμε |
θα πληρωθείς | θα πληρωθείτε |
θα πληρωθεί | θα πληρωθούν, πληρωθούνε |
Παρακείμενος | |
---|---|
έχω πληρωθεί | έχω πληρωμένος, πληρωμένη, πληρωμένο, πληρωμένου, πληρωμένης, πληρωμένε, πληρωμένοι, πληρωμένες, πληρωμένα, πληρωμένων, πληρωμένους |
Υπερσυντέλικος μέλλοντας | |
---|---|
θα έχω πληρωθεί | θα έχω πληρωμένος, πληρωμένη, πληρωμένο, πληρωμένου, πληρωμένης, πληρωμένε, πληρωμένοι, πληρωμένες, πληρωμένα, πληρωμένων, πληρωμένους |
Ενεστώτας | |
---|---|
να πληρώνομαι | να πληρωνόμαστε |
να πληρώνεσαι | να πληρωνόσαστε, πληρώνεστε |
να πληρώνεται | να πληρώνονται |
Αόριστος | |
---|---|
να πληρωθώ | να πληρωθούμε |
να πληρωθείς | να πληρωθείτε |
να πληρωθεί | να πληρωθούν, πληρωθούνε |
Παρακείμενος | |
---|---|
να έχω πληρωθεί | να έχω πληρωμένος, πληρωμένη, πληρωμένο, πληρωμένου, πληρωμένης, πληρωμένε, πληρωμένοι, πληρωμένες, πληρωμένα, πληρωμένων, πληρωμένους |
Ενεστώτας | |
---|---|
- | πληρώνεστε |
Αόριστος | |
---|---|
πληρώσου | πληρωθείτε |
- |
πληρωμένος, πληρωμένη, πληρωμένο, πληρωμένου, πληρωμένης, πληρωμένε, πληρωμένοι, πληρωμένες, πληρωμένα, πληρωμένων, πληρωμένους |