Переводы пользователей
Пока нет переводов этого текста.
Будьте первым, кто переведёт его!
Формы слова
θέρος
ουσιαστικό, ουδέτερο
Ενικός | Πληθυντικός | |
Ονοματική | το θέρος | τα θέρη |
Γενική | του θέρους | των θερών |
Αιτιατική | το θέρος | τα θέρη |
Κλητική | θέρος | θέρη |
θέρος
ουσιαστικό, ουδέτερο
Ενικός | Πληθυντικός | |
Ονοματική | το θέρος | τα θέρη |
Γενική | του θέρους | των θέρων |
Αιτιατική | το θέρος | τα θέρη |
Κλητική | - | θέρη |
θέρος
ουσιαστικό, αρσενικό
Ενικός | Πληθυντικός | |
Ονοματική | ο θέρος | οι θέροι |
Γενική | του θέρου | των θέρων |
Αιτιατική | τον θέρο, θέρον | τους θέρους |
Κλητική | θέρε | θέροι |