without examplesFound in 1 dictionary
The Greek-Russian Dictionary- Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.
- Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.
αθλήτρια
η; см. αθλητής
Add to my dictionary
αθλήτρια
User translations
No translations for this text yet.
Be the first to translate it!
Word forms
αθλήτρια
ουσιαστικό, θηλυκό
Ενικός | Πληθυντικός | |
Ονοματική | η αθλήτρια | οι αθλήτριες |
Γενική | της αθλήτριας | των αθλητριών |
Αιτιατική | τη(ν) αθλήτρια, αθλήτριαν | τις αθλήτριες |
Κλητική | αθλήτρια | αθλήτριες |