sem exemplosEncontrado em 1 dicionário
O Dicionário Greco-Russo- dicts.universal_el_ru.description
- dicts.universal_el_ru.description
πρόβλημα
το
проблема ж; задача ж
© 2014 ABBYY. Все права защищены.
Adicionar ao meu dicionário
πρόβλημα
Substantivo femininoпробле́ма; зада́чаExemplo
λύνω το πρόβλημα — решать задачу
Traduções de usuários
Ainda não tem traduções deste texto.
Seja o primeiro a traduzir!
Formas de palavra
πρόβλημα
ουσιαστικό, ουδέτερο
Ενικός | Πληθυντικός | |
Ονοματική | το πρόβλημα, πρόβλημά | τα - |
Γενική | του προβλήματος | των προβλημάτων |
Αιτιατική | το πρόβλημα, πρόβλημά | τα - |
Κλητική | πρόβλημα, πρόβλημά | προβλήματα |