about icon-addNote android4 Answer apple4 icon-appStoreEN icon-appStoreES icon-appStorePT icon-appStoreRU Imported Layers Copy 7 icon-arrow-spined icon-ask icon-attention icon-bubble-blue icon-bubble-red ButtonError ButtonLoader ButtonOk icon-cake icon-camera icon-card-add icon-card-calendar icon-card-remove icon-card-sort chrome-extension-ru chrome-extension-es-mx chrome-extension-pt-br chrome-extension-ru comment comment icon-cop-cut icon-cop-star Cross Dislike icon-editPen icon-entrance icon-errorBig facebook flag flag_vector icon-globe icon-googlePlayEN icon-googlePlayRU icon-greyLoader icon-cake Heart 4EB021E9-B441-4209-A542-9E882D3252DE Created with sketchtool. Info Kebab icon-lamp icon-lampBig icon-learnHat icon-learning-hat Dislike Loup Loup icon-more icon-note icon-notifications icon-pen Pencil icon-play icon-plus-light icon-plus icon-rosie-cut Rune scrollUp Share-icon Shevron-Down Shevron Left Shevron Right sound sound1 sound2 sound3 sound4 sound2 icon-star Swap icon-translate Trash icon-tutor-ellipsis icon-tutor-flip Tutor folder icon icon-tutor-learned icon-twoWayArrow Mezhdunarodny_logotip_VK vk icon-word pen_icon Logo Logo Logo
without examplesFound in 1 dictionary

The Greek-Russian Dictionary
  • Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.

φτάνω

  1. μετ.

    догонять; настигать

  2. αμετ.

    1. приходить; прибывать

    2. перен. скатываться; доходить до...

    3. быть достаточным, хватать

Add to my dictionary

φτάνω1/4
догоня́ть; настига́ть

User translations

No translations for this text yet.
Be the first to translate it!

Word forms

φτάνω

ρήμα
Ενεστώτας
φτάνωφτάνομε, φτάνουμε
φτάνειςφτάνετε
φτάνειφτάνουν, φτάνουνε
Παρατατικός
έφταναφτάναμε
έφτανεςφτάνατε
έφτανεέφταναν, φτάνανε
Αόριστος
έφτασαφτάσαμε
έφτασεςφτάσατε
έφτασεέφτασαν, φτάσανε
Εξακολουθητικός μέλλοντας
θα φτάνω θα φτάνομε, φτάνουμε
θα φτάνεις θα φτάνετε
θα φτάνει θα φτάνουν, φτάνουνε
Στιγμιαίος μέλλοντας
θα - θα -
θα - θα -
θα - θα -
Παρακείμενος
έχω φτάσειέχω -
Υπερσυντέλικος μέλλοντας
θα έχω φτάσει θα έχω -
Ενεστώτας
να φτάνω να φτάνομε, φτάνουμε
να φτάνεις να φτάνετε
να φτάνει να φτάνουν, φτάνουνε
Αόριστος
να - να -
να - να -
να - να -
Παρακείμενος
να έχω φτάσεινα έχω -
Ενεστώτας
φτανε, φτάνεφτάνετε
Αόριστος
φτασε, φτάσεφτάστε
φτάνοντας
Παρακείμενος
έχοντας φτάσειέχοντας -
Ενεστώτας
φτάνομαιφτανόμαστε
φτάνεσαιφτανόσαστε, φτάνεσθε, φτάνεστε
φτάνεταιφτάνονται
Παρατατικός
φτανόμουν, φτανόμουναφτανόμασταν, φτανόμαστε
φτανόσουν, φτανόσουναφτανόσασταν, φτανόσαστε
φτανόταν, φτανότανεφτανόντανε, φτανόντουσαν, φτάνονταν
Αόριστος
φτάθηκαφταθήκαμε
φτάθηκεςφταθήκατε
φτάθηκεφτάθηκαν
Εξακολουθητικός μέλλοντας
θα φτάνομαι θα φτανόμαστε
θα φτάνεσαι θα φτανόσαστε, φτάνεσθε, φτάνεστε
θα φτάνεται θα φτάνονται
Στιγμιαίος μέλλοντας
θα φταθώ θα φταθούμε
θα φταθείς θα φταθείτε
θα φταθεί θα φταθούν, φταθούνε
Παρακείμενος
έχω φταθείέχω φταμένος, φταμένη, φταμένο, φταμένου, φταμένης, φταμένε, φταμένοι, φταμένες, φταμένα, φταμένων, φταμένους
Υπερσυντέλικος μέλλοντας
θα έχω φταθεί θα έχω φταμένος, φταμένη, φταμένο, φταμένου, φταμένης, φταμένε, φταμένοι, φταμένες, φταμένα, φταμένων, φταμένους
Ενεστώτας
να φτάνομαι να φτανόμαστε
να φτάνεσαι να φτανόσαστε, φτάνεσθε, φτάνεστε
να φτάνεται να φτάνονται
Αόριστος
να φταθώ να φταθούμε
να φταθείς να φταθείτε
να φταθεί να φταθούν, φταθούνε
Παρακείμενος
να έχω φταθείνα έχω φταμένος, φταμένη, φταμένο, φταμένου, φταμένης, φταμένε, φταμένοι, φταμένες, φταμένα, φταμένων, φταμένους
Ενεστώτας
-φτάνεστε
Αόριστος
φτάσουφταθείτε
-
φταμένος, φταμένη, φταμένο, φταμένου, φταμένης, φταμένε, φταμένοι, φταμένες, φταμένα, φταμένων, φταμένους