without examplesFound in 1 dictionary
The Greek-Russian Dictionary- dicts.universal_el_ru.description
- dicts.universal_el_ru.description
πολύς
многий
οι
многие мн.
User translations
No translations for this text yet.
Be the first to translate it!
Word forms
πολύς
επίθετο
Αρσενικό Ενικό | Θηλυκό Ενικό | Ουδέτερο Ενικό | |
Ονοματική | πολύς | πολλή | πολύ |
Γενική | - | πολλής | - |
Αιτιατική | πολύ | πολλή | πολύ |
Κλητική | πολύ | πολλή | πολύ |
Αρσενικό Πληθυντικό | Θηλυκό Πληθυντικό | Ουδέτερο Πληθυντικό | |
Ονοματική | πολλοί | πολλές | πολλά |
Γενική | πολλών | πολλών | πολλών |
Αιτιατική | πολλούς | πολλές | πολλά |
Κλητική | πολλοί | πολλές | πολλά |
Συγκριτικός βαθμός | - |
Υπερθετικός βαθμός | - |