without examplesFound in 1 dictionary
The Greek-Russian Dictionary- Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.
- Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.
κλειστός
закрытый
Add to my dictionary
κλειστός
закры́тый
User translations
No translations for this text yet.
Be the first to translate it!
Word forms
κλειστός
επίθετο
Αρσενικό Ενικό | Θηλυκό Ενικό | Ουδέτερο Ενικό | |
Ονοματική | κλειστός | κλειστή | κλειστό |
Γενική | κλειστού | κλειστής | κλειστού |
Αιτιατική | κλειστό, κλειστόν | κλειστή, κλειστήν | κλειστό |
Κλητική | κλειστέ | κλειστή | κλειστό |
Αρσενικό Πληθυντικό | Θηλυκό Πληθυντικό | Ουδέτερο Πληθυντικό | |
Ονοματική | κλειστοί | κλειστές | κλειστά |
Γενική | κλειστών | κλειστών | κλειστών |
Αιτιατική | κλειστούς | κλειστές | κλειστά |
Κλητική | κλειστοί | κλειστές | κλειστά |
Συγκριτικός βαθμός | - |
Υπερθετικός βαθμός | - |