without examplesFound in 1 dictionary
The Greek-Russian Dictionary- dicts.universal_el_ru.description
- dicts.universal_el_ru.description
ακροπατώ
ходить на цыпочках
Add to my dictionary
ακροπατώ
ходи́ть на цы́почках
User translations
No translations for this text yet.
Be the first to translate it!
Word forms
ακροπατώ
ρήμα, Ενεργετική φωνή
Ενεστώτας | |
---|---|
ακροπατώ | ακροπατούμε |
ακροπατείς | ακροπατείτε |
ακροπατεί | ακροπατούν, ακροπατούνε |
Παρατατικός | |
---|---|
ακροπατούσα | ακροπατούσαμε |
ακροπατούσες | ακροπατούσατε |
ακροπατούσε | ακροπατούσαν, ακροπατούσανε |
Αόριστος | |
---|---|
ακροπάτησα | ακροπατήσαμε |
ακροπάτησες | ακροπατήσατε |
ακροπάτησε | ακροπατήσανε, ακροπάτησαν |
Εξακολουθητικός μέλλοντας | |
---|---|
θα ακροπατώ | θα ακροπατούμε |
θα ακροπατείς | θα ακροπατείτε |
θα ακροπατεί | θα ακροπατούν, ακροπατούνε |
Στιγμιαίος μέλλοντας | |
---|---|
θα ακροπατήσω | θα ακροπατήσουμε |
θα ακροπατήσεις | θα ακροπατήσετε |
θα ακροπατήσει | θα ακροπατήσουν, ακροπατήσουνε |
Παρακείμενος | |
---|---|
έχω ακροπατήσει | έχω - |
Υπερσυντέλικος μέλλοντας | |
---|---|
θα έχω ακροπατήσει | θα έχω - |
Ενεστώτας | |
---|---|
να ακροπατώ | να ακροπατούμε |
να ακροπατείς | να ακροπατείτε |
να ακροπατεί | να ακροπατούν, ακροπατούνε |
Αόριστος | |
---|---|
να ακροπατήσω | να ακροπατήσουμε |
να ακροπατήσεις | να ακροπατήσετε |
να ακροπατήσει | να ακροπατήσουν, ακροπατήσουνε |
Παρακείμενος | |
---|---|
να έχω ακροπατήσει | να έχω - |
Ενεστώτας | |
---|---|
- | ακροπατείτε |
Αόριστος | |
---|---|
ακροπάτησε | ακροπατήσετε, ακροπατήστε |
ακροπατώντας |
Παρακείμενος | |
---|---|
έχοντας ακροπατήσει | έχοντας - |