about icon-addNote android4 Answer apple4 icon-appStoreEN icon-appStoreES icon-appStorePT icon-appStoreRU Imported Layers Copy 7 icon-arrow-spined icon-ask icon-attention icon-bubble-blue icon-bubble-red ButtonError ButtonLoader ButtonOk icon-cake icon-camera icon-card-add icon-card-calendar icon-card-remove icon-card-sort chrome-extension-ru chrome-extension-es-mx chrome-extension-pt-br chrome-extension-ru comment comment icon-cop-cut icon-cop-star Cross Dislike icon-editPen icon-entrance icon-errorBig facebook flag flag_vector icon-globe icon-googlePlayEN icon-googlePlayRU icon-greyLoader icon-cake Heart 4EB021E9-B441-4209-A542-9E882D3252DE Created with sketchtool. Info Kebab icon-lamp icon-lampBig icon-learnHat icon-learning-hat Dislike Loup Loup icon-more icon-note icon-notifications icon-pen Pencil icon-play icon-plus-light icon-plus icon-rosie-cut Rune scrollUp Share-icon Shevron-Down Shevron Left Shevron Right sound sound1 sound2 sound3 sound4 sound2 icon-star Swap icon-translate Trash icon-tutor-ellipsis icon-tutor-flip Tutor folder icon icon-tutor-learned icon-twoWayArrow Mezhdunarodny_logotip_VK vk icon-word pen_icon Logo Logo Logo
without examplesFound in 1 dictionary

The Greek-Russian Dictionary
  • Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.

ακούσια

невольно, против воли

Add to my dictionary

ακούσια
нево́льно; про́тив во́ли

User translations

No translations for this text yet.
Be the first to translate it!

Word forms

ακούσια

ουσιαστικό, θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονοματική η ακούσια, ακούσιά οι ακούσιες, ακούσιές
Γενική της ακούσιας, ακούσιάς των ακούσιων, ακούσιών
Αιτιατική τη(ν) ακούσια, ακούσιαν, ακούσιά, ακούσιάν τις ακούσιες, ακούσιές
Κλητικήακούσια, ακούσιάακούσιες, ακούσιές

ακούσιος

επίθετο
Αρσενικό ΕνικόΘηλυκό ΕνικόΟυδέτερο Ενικό
Ονοματικήακούσιοςακούσιαακούσιο
Γενικήακούσιουακούσιαςακούσιου
Αιτιατικήακούσιοακούσιαακούσιο
Κλητικήακούσιεακούσιαακούσιο
Αρσενικό ΠληθυντικόΘηλυκό ΠληθυντικόΟυδέτερο Πληθυντικό
Ονοματικήακούσιοιακούσιεςακούσια
Γενικήακούσιωνακούσιωνακούσιων
Αιτιατικήακούσιουςακούσιεςακούσια
Κλητικήακούσιοιακούσιεςακούσια
Συγκριτικός βαθμός-
Υπερθετικός βαθμός-

ακούσια

ουσιαστικό, θηλυκό
ΕνικόςΠληθυντικός
Ονοματική η ακούσια, ακούσιά οι ακούσιες
Γενική της ακούσιας, ακούσιάς των ακουσίων
Αιτιατική τη(ν) ακούσια, ακούσιαν, ακούσιά, ακούσιάν τις ακούσιες
Κλητικήακούσια, ακούσιάακούσιες